ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Αρ.Πρωτ.Φ.7/80483/Δ1/15-07-2024/ΥΠΑΙΘΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ Π/ΘΜΙΑΣ, Δ/ΘΜΙΑΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ & ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
----
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ Π/ΘΜΙΑΣ ΚΑΙ Δ/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ
ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ Π/ΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄ ΜΑΘΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΗΣ
ΖΩΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
-----
spudonpe(ΣΤΟ)minedu.gov.gr
ΘΕΜΑ: «Συγκρότηση τμημάτων και Ενισχυτική Διδασκαλία. Όροι και προϋποθέσεις.»
Σχετ.: Το άρθρο 1 της υπό στοιχεία 1614/Υ1/08-01-2020 ΚΥΑ (Β΄8)
Ενόψει του προγραμματισμού της νέας σχολικής χρονιάς υπενθυμίζουμε ότι:
Α. Συγκρότηση Τμημάτων στα διθέσια και άνω Νηπιαγωγεία
Για τη δημιουργία τμημάτων στα διθέσια και άνω Νηπιαγωγεία εφαρμόζεται απαρέγκλιτα η παρ. 2 του άρθρου 6 του Π.Δ. 79/2017 (Α΄109), όπως ισχύει. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι:
«Ο μέγιστος αριθμός νηπίων- προνηπίων είναι είκοσι πέντε (25) ανά τμήμα. Από διθέσιο νηπιαγωγείο και άνω, ο ελάχιστος αριθμός είναι δεκαπέντε (15)».
Από την επισκόπηση της ως άνω διάταξης συνάγεται ότι ο μέγιστος αριθμός νηπίων – προνηπίων ανά τμήμα Νηπιαγωγείου καθορίζεται στους είκοσι πέντε (25). Από τα διθέσια και άνω νηπιαγωγεία ο ελάχιστος αριθμός των μαθητών/τριών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από δεκαπέντε (15) ανά τμήμα. Στην περίπτωση κατά την οποία ο αριθμός των αιτήσεων για εγγραφή νηπίων/προνηπίων υπερβαίνει τον ως άνω μέγιστο αριθμό ανά τμήμα δεν συγκροτείται καινούριο τμήμα και ο/η Προϊστάμενος/η του Νηπιαγωγείου καλείται να αποστείλει πίνακα με τα ονόματα των πλεονάζοντων/ουσών μαθητών/τριών που διαμένουν στα όρια της σχολικής περιφέρειας του Νηπιαγωγείου με τις σχολικές περιφέρειες όμορων νηπιαγωγείων στον Διευθυντή/ντρια Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την κατανομή τους στα όμορα νηπιαγωγεία κατά αναλογική εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου της περ. δ’ της παρ. 4 του άρθρου 6 του Π.Δ. 79/2017 (Α’109). Παράλληλα, από την γραμματική ερμηνεία της παρ. 2 του άρθρου 6 προκύπτει ευθέως ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει τμήμα με πλήθος νηπίων-προνηπίων μικρότερο των δέκα πέντε (15) ακόμα κι αν υπάρχει διαθέσιμη αίθουσα στη σχολική μονάδα. {βλ. τις με αριθ. πρωτ. Φ6/21380/Δ12/28-2-2024 (ΑΔΑ: ΨΡΚΛ46ΝΚΠΔΑΜΡ) και με αριθ. πρωτ. Φ7/50399/Δ1/16-5-24 (ΑΔΑ: ΨΔΦΓ46ΝΚΠΔΕΩΒ) εγκυκλίους του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α}
Β. Συγκρότηση Τμημάτων στα επταθέσια και άνω Δημοτικά Σχολεία
Για τη δημιουργία τμημάτων στην Α’ τάξη στα επταθέσια και άνω Δημοτικά Σχολεία εφαρμόζεται απαρέγκλιτα η παρ. 2 του άρθρου 7 του Π.Δ. 79/2017 (Α΄109), όπως ισχύει. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι:
«Ο μέγιστος αριθμός μαθητών ανά τμήμα είναι είκοσι πέντε (25). Από επταθέσιο σχολείο και άνω ο ελάχιστος αριθμός των μαθητών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από δέκα πέντε (15) ανά τμήμα».
Από την επισκόπηση της ως άνω διάταξης συνάγεται ότι ο μέγιστος αριθμός μαθητών ανά τμήμα καθορίζεται στους είκοσι πέντε (25). Από τα επταθέσια και άνω σχολεία ο ελάχιστος αριθμός των μαθητών/τριών δεν μπορεί να είναι μικρότερος από δεκαπέντε (15) ανά τμήμα. Στην περίπτωση κατά την οποία ο αριθμός των αιτήσεων για εγγραφή μαθητών/τριών υπερβαίνει τους είκοσι πέντε (25) αλλά όχι τους τριάντα (30) ανά τμήμα δεν συγκροτείται καινούριο τμήμα και ο/η Διευθυντής/ντρια του σχολείου καλείται να αποστείλει πίνακα με τα ονόματα των πλεονάζοντων/ουσών μαθητών/τριών που διαμένουν στα όρια της σχολικής περιφέρειας του Δημοτικού Σχολείου με τις σχολικές περιφέρειες όμορων Δημοτικών Σχολείων στον Διευθυντή/ντρια Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την κατανομή τους στα όμορα σχολεία κατά αναλογική εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου της περ. δ’ της παρ. 4 του άρθρου 7 του Π.Δ. 79/2017 (Α’109). Παράλληλα, από την γραμματική ερμηνεία της παρ. 2 του άρθρου 7 προκύπτει ευθέως ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει τμήμα με πλήθος μαθητών/τριών μικρότερο των δέκα πέντε (15) ακόμα κι αν υπάρχει διαθέσιμη αίθουσα στη σχολική μονάδα. {βλ. τις με αριθ. πρωτ. Φ6/21383/Δ1/28-2-2024 (ΑΔΑ: 98ΑΗ46ΝΚΠΔ-1ΡΛ) και με αριθ.πρωτ. Φ.7/50345/Δ1/16-5-2024 (ΑΔΑ: 6Α3246ΝΚΠΔ-ΟΜΥ) εγκυκλίους του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α}
Γ. Συγκρότηση τμημάτων με μαθητές/τριες που έχουν αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή με διαγνωσμένες ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Σύμφωνα με την περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3699/2008 (Α’ 199), όπως ισχύει ορίζεται:
«Ο αριθμός των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 3, εκτός των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών, όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία, δεν μπορεί να είναι ανώτερος του ενός (1) ανά τμήμα. Αν ύστερα από την κατανομή των μαθητών σε τμήματα της ίδιας τάξης προκύπτει ότι ο αριθμός των μαθητών του προηγούμενου εδαφίου είναι ανώτερος του ενός (1), ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις αριθμό μαθητών ανά τμήμα».
Από την επισκόπηση της ως άνω διάταξης προκύπτει ότι σε τμήμα που έχει συγκροτηθεί με αριθμό είκοσι πέντε (25) μαθητών/τριών μπορεί να μειώνεται ο αριθμός αυτός συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές/τριες αν και εφόσον διαπιστωθεί ότι υφίστανται στο τμήμα δύο μαθητές/τριες με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες εκτός των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών, όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία και εφόσον δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης. Κατόπιν των ανωτέρω γίνεται αποδεκτή η λειτουργία τμήματος με τουλάχιστον είκοσι δύο (22) μαθητές/τριες εφόσον πληρούνται οι ως άνω αναφερόμενες προϋποθέσεις. Στην περίπτωση εκείνη που το σύνολο των αιτήσεων εγγραφής υπερβαίνει τον μέγιστο προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις αριθμό μαθητών ανά τμήμα και διαπιστωμένα προκύπτει ότι μεταξύ των αιτούντων υφίστανται μαθητές/τριες με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, τότε μπορεί ο αριθμός των μαθητών/τριων του τμήματος να μειώνεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές και να συγκροτείται το τμήμα τουλάχιστον με είκοσι δύο (22) μαθητές. Οι εναπομείναντες/σες μαθητές/τριες κατανέμονται σε όμορα σχολεία με ευθύνη του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αφού πρώτα εξεταστεί η δυνατότητα μετακίνησή τους σε έτερο τμήμα της ίδιας σχολικής μονάδας.
Σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3699/2008 (Α’ 199) όπως ισχύει ορίζεται:
«Ο αριθμός των μαθητών με διαγνωσμένες ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, όπως δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία, δυσορθογραφία, δεν μπορεί να είναι ανώτερος των τεσσάρων (4) ανά τμήμα. Αν ύστερα από την κατανομή των μαθητών σε τμήματα της ίδιας τάξης προκύπτει ότι ο αριθμός των μαθητών του προηγούμενου εδαφίου είναι ανώτερος των τεσσάρων (4), ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις αριθμό μαθητών ανά τμήμα, εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης».
Από την επισκόπηση της προαναφερόμενης διάταξης συνάγεται ότι σε τμήμα που έχει συγκροτηθεί με αριθμό είκοσι πέντε (25) μαθητών/τριών μπορεί να μειώνεται ο αριθμός συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές/τριες αν διαπιστωθεί ότι υφίστανται στο τμήμα τουλάχιστον πέντε (5) μαθητές/τριες με διαγνωσμένες ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και εφόσον δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης. Κατόπιν των ανωτέρω γίνεται αποδεκτή η λειτουργία τμήματος τουλάχιστον με είκοσι δύο (22) μαθητές/τριες εφόσον πληρούνται οι ως άνω αναφερόμενες προϋποθέσεις. Στην περίπτωση εκείνη που το σύνολο των αιτήσεων εγγραφής υπερβαίνει τον μέγιστο προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις αριθμό μαθητών ανά τμήμα και διαπιστωμένα προκύπτει ότι μεταξύ των αιτούντων υφίστανται μαθητές/τριες με διαγνωσμένες ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, τότε μπορεί ο αριθμός των μαθητών/τριών του τμήματος να μειώνεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές και να συγκροτείται το τμήμα τουλάχιστον με είκοσι δύο (22) μαθητές. Οι εναπομείναντες μαθητές θα κατανέμονται σε όμορα σχολεία με ευθύνη του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αφού πρώτα εξεταστεί η δυνατότητα μετακίνησής τους σε έτερο τμήμα της ίδιας σχολικής μονάδας.
Η κατά τα παραπάνω μείωση του αριθμού μαθητών/τριών πραγματοποιείται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου Διευθυντή Εκπαίδευσης. Ο Διευθυντής Εκπαίδευσης κατά τη διατύπωση της εισήγησης λαμβάνει υπόψη του σχετική απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και γνώμη του Συμβούλου Εκπαίδευσης Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης και του αρμόδιου Συμβούλου Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης.
Σημειώνεται ότι σε τμήματα στα οποία προβλέπεται υποστήριξη μαθητή/τριας με Παράλληλη Στήριξη, δεν εφαρμόζονται οι προβλέψεις για μείωση του αριθμού των μαθητών τους.
Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ, της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του ΠΔ79/17 «Στην περίπτωση κατά την οποία δεν καθίσταται δυνατή η συγκρότηση τμημάτων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2, με απόφαση του περιφερειακού διευθυντή εκπαίδευσης, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης του διευθυντή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης επί σχετικού αιτήματος του διευθυντή της σχολικής μονάδας, ιδρύεται επιπλέον τμήμα, εφόσον υπάρχει διαθέσιμη αίθουσα» εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες που αναφέρονται στις παραπάνω παραγράφους με τεκμηριωμένη απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης, κατόπιν αναλυτικά αιτιολογημένης εισήγησης του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης επί σχετικού αιτήματος του Διευθυντή της σχολικής μονάδας.
Δ. Προϋποθέσεις ανάθεσης Ενισχυτικής διδασκαλίας
Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 25 του ν.4203/13 (Α΄ 235), όπως ισχύει ορίζεται ότι:
«Προϋπόθεση της σχετικής ανάθεσης για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου αποτελεί η έγγραφη βεβαίωση από τον οικείο Διευθυντή Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, που κοινοποιείται στον οικείο Περιφερειακό Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, με την οποία βεβαιώνεται ότι έχουν καλυφθεί πλήρως οι ανάγκες σε διδακτικό ωράριο, για τις αντίστοιχες ειδικότητες, στα σχολεία που υπηρετούν οι εκπαιδευτικοί ή σε σχολεία της οικείας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Η απασχόληση για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών καθορίζεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του οικείου ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις κείμενες διατάξεις περί τοποθετήσεων εκπαιδευτικών μετά την πλήρη κάλυψη των αναγκών σε διδακτικό ωράριο στο σχολείο που υπηρετούν ή σε άλλο σχολείο της οικείας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Η απόφαση του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης περί συμπλήρωσης του υποχρεωτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Περιφερειακού Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Με ευθύνη των οικείων Διευθυντών Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης η ανωτέρω διαδικασία ανάθεσης και έγκρισης για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός του Σεπτεμβρίου εκάστου διδακτικού έτους».
Από την γραμματική ερμηνεία της ως άνω διάταξης συνάγεται ότι προϋπόθεση της ανάθεσης ενισχυτικής διδασκαλίας για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου αποτελεί η έγγραφη βεβαίωση από τον οικείο Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, που κοινοποιείται στον οικείο Περιφερειακό Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, με την οποία βεβαιώνεται ότι έχουν καλυφθεί πλήρως οι ανάγκες σε διδακτικό ωράριο, για τις αντίστοιχες ειδικότητες, στα σχολεία που υπηρετούν οι εκπαιδευτικοί ή σε σχολεία της οικείας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Η απασχόληση για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών καθορίζεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του οικείου ΠΥΣΠΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις κείμενες διατάξεις περί τοποθετήσεων εκπαιδευτικών μετά την πλήρη κάλυψη των αναγκών σε διδακτικό ωράριο στο σχολείο που υπηρετούν ή σε άλλο σχολείο της οικείας Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Η απόφαση του Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης περί συμπλήρωσης του υποχρεωτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών εγκρίνεται με απόφαση του οικείου Περιφερειακού Διευθυντή Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Με ευθύνη των οικείων Διευθυντών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης η ανωτέρω διαδικασία ανάθεσης και έγκρισης για τη συμπλήρωση του υποχρεωτικού διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών ολοκληρώνεται υποχρεωτικά εντός του Σεπτεμβρίου εκάστου διδακτικού έτους.
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ