ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΝ ΩΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΣΕ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
Αρ.Πρωτ.61500/Ε3/01-06-2023/ΥΠΑΙΘ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ Π/ΘΜΙΑΣ, Δ/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ & ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΕΚΠ/ΚΟΥ ΠΡΟΣ/ΚΟΥ Π/ΘΜΙΑΣ & Δ/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΕΚΠ/ΚΟΥ ΠΡΟΣ/ΚΟΥ Π/ΘΜΙΑΣ & Δ/ΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α΄ & Β
---
Πληροφορίες: Α. Γιαννόπουλος (Π.Ε.)
Τηλέφωνο: 210 344 2364
E-mail: t09ppe2(ΣΤΟ)minedu.gov.gr
Πληροφορίες: Μ. Καραμπέλου (Δ.Ε.)
Τηλέφωνο: 210 344 3248
E-mail: t09pde2n(ΣΤΟ)minedu.gov.gr
ΘΕΜΑ: Παραίτηση και επάνοδος στην υπηρεσία εκπαιδευτικών/υποψηφίων για βουλευτές
Με αφορμή ερωτήματα που υποβάλλονται στην υπηρεσία μας, σχετικά με την παραίτηση εκπ/κών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης προκειμένου να ανακηρυχτούν υποψήφιοι/ες στις Βουλευτικές Εκλογές, καθώς και την επάνοδο αυτών στην υπηρεσία εάν δεν εκλεγούν, μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο, σας αναφέρουμε τα ακόλουθα.
Α. Νομικό πλαίσιο
1. Στο άρθρο 56, παρ. 1 του Συντάγματος (ΦΕΚ 120 τ.Α΄/27-6-2008) ορίζεται ότι
«1. Έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, άλλοι υπάλληλοι του Δημοσίου, υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας, υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος ή επιχειρήσεων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές, αν δεν παραιτηθούν πριν από την ανακήρυξή τους ως υποψηφίων. Η παραίτηση συντελείται με μόνη τη γραπτή υποβολή της. Αποκλείεται η επάνοδος στην ενεργό υπηρεσία των στρατιωτικών που παραιτούνται. Τα ανώτερα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεύτερου βαθμού δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας για την οποία εξελέγησαν, ακόμη και αν παραιτηθούν».
2. Στο άρθρο 30, παρ. 1, 2, 3 και 4 του Π.Δ. 26/2012 (ΦΕΚ 57 τ.Α΄/15-3-2012) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 33 του ν.4648/2019 (ΦΕΚ 205 τ.Α΄/16-12-2019) και ισχύει, ορίζεται ότι:
«1. Η παραίτηση από την υπηρεσία και από τις θέσεις που, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος, αποτελούν κώλυμα για την εκλογή στο αξίωμα του βουλευτή, είναι γραπτή και η επίδοσή της γίνεται είτε αυτοπροσώπως είτε με δικαστικό επιμελητή στην αρμόδια για την παραλαβή της υπηρεσία όπου υπηρετεί ο υποψήφιος, πριν από την ημέρα της ανακήρυξης αυτών.
2. Αντίγραφο της δήλωσης παραίτησης καταχωρίζεται και στην ηλεκτρονική πύλη υποψηφιοτήτων.
3. Η παραίτηση που επιδόθηκε δεν ανακαλείται. Αυτή θεωρείται ότι έγινε αυτοδικαίως αποδεκτή με την επίδοσή της.
4. Εφόσον, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η αρμόδια αρχή οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψή της, που να περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε αυτός που παραιτήθηκε ή αν πρόκειται για στρατιωτικούς, τον βαθμό και το όπλο ή την υπηρεσία στην οποία αυτός ανήκε, καθώς και τη χρονολογία της επίδοσης της παραίτησης.[…]»
β) Στο άρθρο 103 Ανακήρυξη βουλευτών του Π.Δ. 26/2012 (ΦΕΚ 57 τ.Α΄/15-3-2012) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 41 του ν. 4648/2019 (ΦΕΚ 205 τ.Α΄/16-12-2019) και ισχύει, ορίζεται ότι:
«1. Η ανακήρυξη των βουλευτών, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στα οικεία άρθρα, γίνεται από τον Άρειο Πάγο σε δημόσια συνεδρίαση, με βάση την απόφαση της Ανώτατης Εφορευτικής Επιτροπής. Η απόφαση της ανακήρυξης κοινοποιείται, με τη φροντίδα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σε όλους τους υποψηφίους διά των Εισαγγελέων των οικείων Πρωτοδικείων.
2. Ο Άρειος Πάγος ανακηρύσσει και αναπληρωματικούς των βουλευτών που ανακηρύχθηκαν από κάθε συνδυασμό.
3. Ως αναπληρωματικοί κάθε συνδυασμού, του οποίου υποψήφιοι ανακηρύχθηκαν βουλευτές, ανακηρύσσονται όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι αυτού.
4. Οι αναπληρωματικοί ανακηρύσσονται κατά τη σειρά των ψήφων προτίμησης καθενός. Σε περίπτωση ισοψηφίας, ενεργείται από τον Άρειο Πάγο κλήρωση για τον καθορισμό της σειράς αυτών που ισοψήφισαν. […]»
3. Στο άρθρο 18, παρ. 5 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 τ.Α΄/11-11-1987), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12, παρ. 1 του ν.3231/2004 (ΦΕΚ 45 τ.Α΄/11-2-2004) και ισχύει, και στο άρθρο 18, παρ. 6 και 7 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α΄), όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 12, παρ. 2 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ 45 Α΄), ορίζεται ότι
«5. Δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι, που παραιτούνται υποχρεωτικά σύμφωνα με την ισχύουσα εκλογική νομοθεσία, για να ανακηρυχθούν υποψήφιοι σε οποιεσδήποτε εκλογές, εάν δεν εκλεγούν, επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο. Η επάνοδος συντελείται, αυτοδικαίως, με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην υπηρεσία και στη θέση από την οποία είχε παραιτηθεί. Αν η υπηρεσία αυτή δεν υφίσταται κατά το χρόνο της επανόδου, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία όπου έχουν μεταφερθεί οι υπάλληλοι της υπηρεσίας εκείνης. Η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την ανακήρυξη των βουλευτών ή από τη λήξη, για οποιονδήποτε λόγο, της θητείας τους. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, ο υπάλληλος επανέρχεται ως υπεράριθμος και καταλαμβάνει αυτοδικαίως την πρώτη θέση που θα κενωθεί στον κλάδο του. Τα παραπάνω πρόσωπα, μέχρι να εκλεγούν ή, εφόσον δεν εκλεγούν, μέχρι να επανέλθουν στην υπηρεσία τους, ασφαλίζονται για υγειονομική περίθαλψη στο φορέα ασφάλισης που ήσαν ασφαλισμένοι πριν την παραίτησή τους, καταβάλλοντας οι ίδιοι τις προβλεπόμενες εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη επί των αποδοχών που είχαν κατά το χρόνο της παραίτησής τους.
6. Η υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων που επανέρχονται δεν επηρεάζεται από τη δραστηριότητα και τις γνώμες που εξέφρασαν κατά την προεκλογική περίοδο ή κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
7(8). Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στους τακτικούς υπαλλήλους των ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. καθώς και στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. που κατέχει οργανικές θέσεις».
4. Στο άρθρο 28, παρ. 1 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 τ.Α΄/3-3-1994) ορίζεται ότι
«1. Κατά το διάστημα από την προκήρυξη βουλευτικών εκλογών έως την ορκωμοσία της Κυβέρνησης που προκύπτει κατά το άρθρο 37 του Συντάγματος, απαγορεύεται η έκδοση πράξεων που αφορούν το διορισμό ή πρόσληψη και οποιαδήποτε μεταβολή αναφερόμενη στην υπηρεσιακή κατάσταση κάθε κατηγορίας προσωπικού των υπηρεσιών και νομικών προσώπων του άρθρου 14 παρ. 1 του παρόντος, εκτός από τις πράξεις πειθαρχικής διαδικασίας, διαθεσιμότητας και αργίας, καθώς και τις πράξεις που εκδίδονται σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση».
Β. Παραίτηση
Βάσει των ανωτέρω [άρθρο 33 του ν. 4648/2019 (Α΄ 205)], η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε αυτός/ή που παραιτήθηκε, καθώς και τη χρονολογία επίδοσης της παραίτησης στην αρμόδια Δ/νση Εκπαίδευσης όπου ανήκει οργανικά ή υπηρετεί ο/η υποψήφιος/α, οπότε η αρμόδια Δ/νση Εκπαίδευσης οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψη της αποδοχής της παραίτησης.
Γ. Επάνοδος
1. Σημειώνεται ότι η επάνοδος στην υπηρεσία (άρθρο 12 του ν. 3231/2004) των μη εκλεγέντων βουλευτών ή των βουλευτών των οποίων έληξε η θητεία, η οποία συντελείται αυτοδικαίως με μόνη την υποβολή της σχετικής αίτησης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών και αποτελεί δέσμια αρμοδιότητα της διοίκησης, δεν εμπίπτει στην προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 2190/1994 (Α΄ 28) απαγόρευση υπηρεσιακών μεταβολών κατά την προεκλογική περίοδο. Άλλωστε, με τη ρύθμιση του άρθρου 12 του ν. 3231/2004 (Α΄ 45) στοιχειοθετείται προσωποπαγές δικαίωμα του/της αιτούμενου/ης στην επάνοδο στην υπηρεσία, με αποτέλεσμα να μην δύνανται να εγερθούν υπόνοιες για μεροληπτική μεταχείριση έναντι άλλων υπαλλήλων, που αποτελεί και το σκοπό της ανωτέρω απαγόρευσης.
2. Από τις προαναφερθείσες διατάξεις συνάγεται, επίσης, αφενός ότι οι αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικοί οφείλουν να παραιτηθούν προκειμένου να ανακηρυχθούν υποψήφιοι/ες και να εκλεγούν βουλευτές, αφετέρου ότι, εάν δεν εκλεγούν, δεν επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων (ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο), δεδομένου ότι οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 1735/1987 (Α΄ 195) περί επανόδου στην υπηρεσία δεν εφαρμόζονται στους/στις αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς, καθώς οι εν λόγω εκπαιδευτικοί είναι προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου που δεν κατέχει οργανικές θέσεις. Παράλληλα είναι σε ισχύ και οι διατάξεις της παρ. 5Α του άρθρου 63 του ν. 4589/2019 (Α΄ 13), όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 45 του ν. 4692/2020 (Α’ 111).
3. Η επάνοδος συντελείται αυτοδικαίως με την υποβολή εμπρόθεσμης αίτησης από τον/την ενδιαφερόμενο/η, μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων, ή της λήξης της θητείας τους.
Προκειμένου η υπηρεσία σας να προβεί στην έκδοση (και δημοσίευση) διαπιστωτικών πράξεων για την επάνοδο στην υπηρεσία των (μονίμων) εκπαιδευτικών, και ειδικότερα για την έκδοση του απαιτούμενου αριθμού βεβαίωσης ΓΔΟΥ, θα πρέπει να αποστείλετε εντύπως (όχι με email) στη Δ/νση Υπηρεσιακής Κατάστασης και Εξέλιξης Εκπ/κού Προσ/κού Π.Ε. & Δ.Ε. – Τμήμα Α΄ (Π.Ε.) ή Β΄ (Δ.Ε.):
α) αντίγραφο της αίτησης επανόδου του/της εκπαιδευτικού, συνοδευόμενο από αντίγραφο απόφασης του Αρείου Πάγου περί ανακήρυξης των βουλευτών, ή αποσπάσματος αυτής, από το οποίο να προκύπτει ότι δεν εξελέγη βουλευτής ή – προκειμένου για εκπαιδευτικό που έληξε η θητεία του/της – το Π.Δ. της διάλυσης της Βουλής των Ελλήνων ή άλλο αποδεικτικό λήξης της βουλευτικής θητείας. Σας επισημαίνουμε ότι η αίτηση επανόδου του/της εκπαιδευτικού θα πρέπει να έχει μεταγενέστερη (ή ίδια) ημερομηνία από (με) αυτή της απόφασης του Αρείου Πάγου ή του αποδεικτικού λήξης της θητείας,
β) το σχέδιο (βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ) της διαπιστωτικής πράξης επανόδου με αριθμό πρωτοκόλλου (το οποίο θα σας επιστραφεί με τον αριθμό της ΓΔΟΥ), καθώς και ένα ακριβές αντίγραφο αυτού,
γ) το ΦΕΚ της διαπιστωτικής πράξης αποδοχής παραίτησης,
δ) αντίγραφο της τελευταίας μισθοδοσίας του/της εκπαιδευτικού.
Ειδικά για την τρέχουσα εκλογική διαδικασία, λόγω των διαδοχικών εκλογών, υποψήφιος/α ο/η οποίος/α δεν εξελέγη κατά την πρώτη εκλογική διαδικασία και πρόκειται να (ξανα)είναι υποψήφιος/α κατά τη δεύτερη εκλογική διαδικασία δύναται:
1) (i) να κάνει αίτηση επανόδου στην υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των βουλευτών, και (ii) να υποβάλει εκ νέου αίτηση παραίτησης πριν την ανακήρυξή του/της ως υποψήφιου/ας στη δεύτερη εκλογική διαδικασία, άσχετα με το αν έχει περατωθεί η διαδικασία επανόδου στην υπηρεσία. Και στις δύο περιπτώσεις ως ημερομηνίες για την αυτοδίκαιη επάνοδο στην υπηρεσία και την αυτοδίκαιη αποδοχή της (εκ νέου) παραίτησης των εκπαιδευτικών προκειμένου να ανακηρυχτούν υποψήφιοι/ες στις Βουλευτικές Εκλογές λογίζονται οι ημερομηνίες των αντίστοιχων αιτήσεων, άσχετα από την ημερομηνία περάτωσης των αντίστοιχων διοικητικών διαδικασιών/πράξεων. Βέβαια, προϋπόθεση για την έκδοση της δεύτερης απόφασης αποδοχής της παραίτησης και αποστολής περίληψης αυτής στο Εθνικό Τυπογραφείο για δημοσίευση, είναι η ολοκλήρωση της διαδικασίας επανόδου από την πρώτη εκλογική διαδικασία.
2) Εναλλακτικά, η/ο εκπαιδευτικός υποψήφια/ος βουλευτής που ήδη έχει υποβάλει αίτηση παραίτησης για συμμετοχή στις (πρώτες) εκλογές της 21ης Μαΐου 2023, μπορεί να υποβάλει αίτημα επανόδου μετά την ανακήρυξη των βουλευτών που θα προκύψουν ύστερα από τη διενέργεια των (δεύτερων) βουλευτικών εκλογών της 25η Ιουνίου 2023.
Σχετικά με την παραίτηση και την επάνοδο υπαλλήλου λόγω μη εκλογής του/της ως βουλευτή αναφέρονται και στην παρ. Ε της υπ΄ αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.18.33/2640/οικ.9409/31-5-2023 (ΑΔΑ: 65ΠΕ46ΜΤΛ6-ΡΚΒ) εγκυκλίου του ΥΠΕΣ.
Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗΣ
ΜΑΡΙΑ ΔΟΚΟΥ
Απόσπασμα από ΦΕΚ 57/2012Α
(...)
Άρθρο 30
(Άρθρο 30 Π.Δ. 96/2007)
Παραίτηση από θέσεις που αποτελούν κώλυμα εκλογιμότητας
1. Η παραίτηση από την υπηρεσία και από τις θέσεις που σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος αποτελούν κώλυμα για την εκλογή στο αξίωμα του βουλευτή, είναι γραπτή και η επίδοσή της γίνεται με δικαστικό επιμελητή στον πρόεδρο του αρμόδιου για την ανακήρυξη των υποψηφίων δικαστηρίου, πριν από την ημέρα της ανακήρυξης αυτών.
2. Η παραίτηση που επιδόθηκε δεν ανακαλείται. Αυτή θεωρείται ότι έγινε αυτοδικαίως αποδεκτή με την επίδοσή της.
3. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου διαβιβάζει την παραίτηση, χωρίς αναβολή, στην αρμόδια για την παραλαβή της αρχή.
4. Εφόσον, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η αρμόδια αρχή οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψή της, που να περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε αυτός που παραιτήθηκε ή αν πρόκειται για στρατιωτικούς, το βαθμό και το όπλο ή την υπηρεσία στην οποία αυτός ανήκε, καθώς και τη χρονολογία της επίδοσης της παραίτησης στον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου.
5. Ο αξιωματικός, που σύμφωνα με τα παραπάνω παραιτήθηκε και δεν εκλέχτηκε βουλευτής, είναι δυνατόν οποτεδήποτε ν’ ανακληθεί στην ενέργεια ως έφεδρος, ενώ αυτός που εκλέχτηκε βουλευτής δεν μπορεί ν’ ανακληθεί στην ενέργεια, πριν από την έναρξη των εργασιών της Α΄ Συνόδου της νέας Βουλής και χωρίς την έγκριση αυτής.
6. Έφεδρος αξιωματικός σε ενέργεια θεωρείται αυτοδικαίως ότι απολύθηκε από τις τάξεις του Στρατού, από την ημέρα που υπέβαλε την υποψηφιότητα που προτάθηκε από εκλογείς. Εάν δεν εκλεγεί βουλευτής, μπορεί ν’ ανακληθεί οποτεδήποτε. Εάν όμως εκλεγεί δεν επιτρέπεται να κληθεί υπό τα όπλα πριν την έναρξη της Α΄ Συνόδου της νέας Βουλής και χωρίς την έγκρισή της. Ο Πρόεδρος του αρμόδιου δικαστηρίου ανακοινώνει αμέσως στις προϊστάμενες αρχές του εφέδρου αξιωματικού και στο Υπουργείο Άμυνας την υποβολή απ’ αυτόν ή αποδοχή υποψηφιότητας βουλευτή.
Απόσπασμα από ΦΕΚ 45/2012
(...)
Άρθρο 12
1. Οι παράγραφοι 5 και 5α του άρθρου 18 του Ν.1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α'), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«5. Δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι, που παραιτούνται υποχρεωτικά σύμφωνα με την ισχύουσα εκλογική νομοθεσία, για να ανακηρυχθούν υποψήφιοι σε οποιεσδήποτε εκλογές, εάν δεν εκλεγούν, επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο. Η επάνοδος συντελείται, αυτοδικαίως, με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην υπηρεσία και στη θέση από την οποία είχε παραιτηθεί. Αν η υπηρεσία αυτή δεν υφίσταται κατά το χρόνο της επανόδου, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία όπου έχουν μεταφερθεί οι υπάλληλοι της υπηρεσίας εκείνης. Η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την ανακήρυξη των βουλευτών ή από τη λήξη, για οποιονδήποτε λόγο, της θητείας τους. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, ο υπάλληλος επανέρχεται ως υπεράριθμος και καταλαμβάνει αυτοδικαίως την πρώτη θέση που θα κενωθεί στον κλάδο του.
Τα παραπάνω πρόσωπα, μέχρι να εκλεγούν ή, εφόσον δεν εκλεγούν, μέχρι να επανέλθουν στην υπηρεσία τους, ασφαλίζονται για υγειονομική περίθαλψη στο φορέα ασφάλισης που ήσαν ασφαλισμένοι πριν την παραίτησή τους, καταβάλλοντας οι ίδιοι τις προβλεπόμενες εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη επί των αποδοχών που είχαν κατά το χρόνο της παραίτησής τους.
5.α. Δημοτικοί ή κοινοτικοί υπάλληλοι, καθώς και υπάλληλοι των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, που παραιτούνται, υποχρεωτικώς, σύμφωνα με την ισχύουσα, κατά περίπτωση, εκλογική νομοθεσία, επανέρχονται αυτοδικαίως στην ενεργό υπηρεσία, εάν δεν εκλεγούν ή λήξει, σε περίπτωση εκλογής τους, για οποιονδήποτε λόγο η θητεία τους.
Η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την ανακήρυξη των επιτυχόντων ή τη λήξη της θητείας.
Οι λοιπές ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και για τους δημοτικούς και κοινοτικούς υπαλλήλους».
2. Η παράγραφος ?του άρθρου 18του Ν. 1735/1987καταργείται, οι δε παράγραφοι 8, 9, 1 Ο και 11 του ίδιου άρθρου αναριθμούνται σε 7, 8, 9 και 10.